Translate

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

Η άνοδος και η πτώση των Οικογενειών Δικαίων

Το κείμενο που ακολουθεί, είναι από το βιβλίο μου:

"Δικαιικές επιρροές στο πλαίσιο του Συγκριτικού Δικαίου", Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2013, σ. 21-26.



Β. Η άνοδος και η πτώση των Οικογενειών Δικαίων

       Αυτός είναι ο τίτλος ενός πολύ πρόσφατου άρθρου, στο οποίο, μεταξύ άλλων, υποστηρίζεται ότι η ανάπτυξη των θεωριών περί κατηγοριοποίησης των δικαίων του κόσμου σε «οικογένειες» δεν οφείλεται μόνο σε ισχυρές κοινές ιστορικές παραδόσεις, αλλά και στις εκάστοτε πολιτικές και οικονομικές τάσεις[1].




        Ήδη από πολλά χρόνια η ταξινόμηση των δικαίων σε ομάδες, σε οικογένειες, τακτική που κατέλαβε το κέντρο του Συγκριτικού Δικαίου για μεγάλο μέρος του 19ου αιώνα, και που αναπτύχθηκε πολύ κατά τα μέσα του 20ου αιώνα και τις αμέσως επόμενες δεκαετίες, συγκεντρώνει τα πυρά πολλών συγκριτικολόγων.
           Συχνή ήταν στη δεκαετία του ΄50 η αναφορά, κατά την πανεπιστημιακή κυρίως διδασκαλία, στην κατάταξη των δικαίων του κόσμου σε δύο ευρύτατες κατηγορίες/οικογένειες, αυτή του common law και εκείνη του civil law. Με βάση την κατάταξη αυτή, επισημαινόταν τότε ότι κάποια Ευρωπαϊκά ηπειρωτικά κυρίως κράτη ήσαν σοσιαλιστικά, αλλά και ότι πολλά κράτη, κυρίως αποικίες και πρώην αποικίες, αναγνώριζαν ισχύ σε κανόνες θρησκευτικού δικαίου ή σε εθιμικά (όπως τα έλεγαν), προφορικά δίκαια, σε περιορισμένη έκταση και κυρίως σε ζητήματα προσωπικού δικαίου, όπως οικογενειακού και κληρονομικού[2].




        Συνδέεται η ταξινόμηση των δικαίων σε οικογένειες με τη θεωρία του εξελικτισμού και κυρίως με την ιδέα ότι τα δίκαια των Δυτικών Ευρωπαϊκών κρατών αποτελούν το τελικό, υπέρτατο στάδιο εξέλιξης σε σχέση με όλα τα άλλα δίκαια.
            Τον 19ο αιώνα πολλοί κλάδοι επηρεάσθηκαν από τη θεωρία του Δαρβίνου, περί εξέλιξης των ειδών. Ανάλογες επιρροές υπέστη και το δίκαιο – και το συγκριτικό δίκαιο, της στοιχειώδους μορφής που είχε την εποχή εκείνη[3].




      Κάποιοι συνεχίζουν να υποστηρίζουν την εφαρμογή των «εξελικτικών προσεγγίσεων» (evolutionary approaches) στο δίκαιο γενικά, αλλά και στο συγκριτικό δίκαιο ειδικά.
      Σκαπανεύς της σύγχρονης «εξελικτικής ανάλυσης στο δίκαιο» (evolutionary analysis in law) θεωρείται ο Owen Jones, ιδρυτής της «Εταιρίας για την Εξελικτική Ανάλυση στο Δίκαιο» (Society for Evolutionary Analysis in Law). Υποστηρίζει πως το αποτελεσματικό δίκαιο απαιτεί αποτελεσματικό «συμπεριφορικό πρότυπο» (behavioural model) και ένα τέτοιο πρότυπο θα πρέπει να ενσωματώνει και πρότυπα κοινωνικών επιστημών και πρότυπα βιολογικών επιστημών[4], συμπεριλαμβανομένων (στα τελευταία) των αποτελεσμάτων της εξελικτικής διαδικασίας στις τυπικές για το κάθε είδος μορφή και λειτουργία του εγκεφάλου[5].




           Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, τα χαρακτηριστικά κάθε νομικού συστήματος αντανακλούν ειδικά χαρακτηριστικά εξελιγμένου ανθρώπινου εγκεφάλου. Παρούσες στην προσέγγιση αυτή είναι και θέσεις της εξελικτικής ψυχολογίας αναφορικά με το πώς οι ανθρώπινοι ψυχολογικοί μηχανισμοί σχετίζονται άμεσα με τις «μαζικές αλλαγές» (massive modularity) στον εγκέφαλο. Σημειώνεται πως η προσέγγιση αυτή δεν απέχει πολύ από τις αντίστοιχες προσεγγίσεις στο δίκαιο και στα νομικά φαινόμενα, κατά τον 19ο αιώνα, ιδιαιτέρως δε από το έργο του Γερμανού νομικού εθνολόγου, Albert Hermann Post[6]. Ήταν από τους πρώτους νομικούς ερευνητές που χρησιμοποίησαν ερωτηματολόγια, προκειμένου να συγκεντρώσουν εμπειρικό υλικό[7].




          Ο William Twining προβαίνει σε μια αρκετά εξονυχιστική έρευνα περί της ακρίβειας και της σκοπιμότητας των διαφόρων μορφών χαρτογράφησης των δικαίων του κόσμου, οι οποίες έχουν προταθεί στο παρελθόν κυρίως. Αναφέρει κατ’ αρχάς ότι και ο ίδιος είχε κάνει κάποιες ερασιτεχνικές απόπειρες στο παρελθόν – κατά το τέλος της δεκαετίας του ’50, στο Χαρτούμ, Σουδάν και μια δεκαετία αργότερα, στο Μπέλφαστ. Οι απόπειρες αυτές απέβησαν ανεπιτυχείς. Θεωρεί, όμως, πως κάποια χρήσιμα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν ακόμα και από τέτοιες, ανεπιτυχείς, απόπειρες[8].




           Πρώτον, αν δεχθούμε ότι οι έννομες σχέσεις και η έννομη τακτοποίηση (legal ordering) λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικά επίπεδα, τότε, επισημαίνει ο Twining, τα φαινόμενα είναι πιθανότατα υπερβολικά περίπλοκα ώστε να απεικονισθούν σε έναν απλό χάρτη ή κατάλογο∙ χρειάζεται μάλλον κάτι περισσότερο από έναν ιστορικό άτλαντα. Δεύτερον, οι γεωγραφικοί χάρτες απεικονίζουν κυρίως χωρικές σχέσεις και κατανομές, οπότε έχουν περιορισμένη εφαρμογή σε νομικά φαινόμενα. Οι περισσότεροι χάρτες, λέει, απεικονίζουν αυτό που υπάρχει στην επιφάνεια και δεν δίνουν καμία πληροφορία για το τι ευρίσκεται κάτω από αυτήν. Τρίτον, οι γεωγραφικοί χάρτες προϋποθέτουν πνευματικούς, διανοητικούς χάρτες. Είναι μέσα απεικόνισης προϋφιστάμενων εννοιών και δεδομένων. Θεωρεί, όμως, ο Twining, ότι τέτοιες έννοιες και δεδομένα δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς στη γενική θεωρία του δικαίου.




      Συνεχίζοντας τον προβληματισμό του σχετικά με τη σκοπιμότητα και τη χρησιμότητα της ταξινόμησης των δικαίων του κόσμου, αναφέρεται στις πιο γνωστές προτάσεις ταξινόμησης, που έγιναν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και θεωρεί ως τη λιγότερο προβληματική, αυτή που πρότειναν οι Konrad Zweigert και Hein Kötz, το βιβλίο των οποίων ήταν για κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα το κυρίαρχο πανεπιστημιακό εγχειρίδιο στο Συγκριτικό Δίκαιο.
Σημειώνει ότι, αφού απέρριψαν οι δύο συγγραφείς την τακτική ταξινόμησης των δικαίων με βάση ένα μοναδικό κριτήριο, όπως π.χ. φυλή, ιδεολογία, γεωγραφική θέση, στάδιο οικονομικής ανάπτυξης, σχέσεις οικονομικής παραγωγής, εστιάσθηκαν στο λεγόμενο «ύφος νομικής σκέψης» (style of legal thought) των σύγχρονων νομικών συστημάτων και πρότειναν πολλαπλά κριτήρια ταξινόμησής τους σε οικογένειες: την ιστορική τους προέλευση και ανάπτυξη, τον κυρίαρχο και χαρακτηριστικό τρόπο σκέψης σε νομικά ζητήματα, τους ιδιαίτερους για το καθένα νομικούς θεσμούς, τις επίσημες νομικές πηγές τους, την ιδεολογία τους[9].




Θεωρεί ο Twining ότι το προταθέν αυτό σχήμα ίσως είναι επαρκές ως εισαγωγικό πανεπιστημιακό εγχειρίδιο, ότι όμως έχει αρκετά προβλήματα. Εκτός του ότι δεν έχει ένα συνεκτικό οργανωτικό άξονα και ότι υποτιμά τη σημασία της ιστορίας[10], περιλαμβάνει οκτώ κατηγορίες δικαίων, οι οποίες δεν αναφέρονται σε ίδιας μορφής «είδη».
       Εκτός των άλλων επιχειρημάτων που έχουν χρησιμοποιηθεί και συνεχίζουν να προβάλλονται κατά της ταξινόμησης των δικαίων του κόσμου σε οικογένειες, ομάδες, μια επίσης ενδιαφέρουσα – και κάπως αντίστροφη των άλλων – είναι η ακόλουθη: Υποστηρίζεται ότι η ενοποίηση κανόνων σε παγκόσμιο επίπεδο, που δεν περιορίζεται πλέον στον τομέα του διεθνούς εμπορίου, παρά διαπερνάει και πολυάριθμους άλλους τομείς των εννόμων τάξεων, έχει θέσει στο επίκεντρο των σχετικών συζητήσεων το αν είναι σκόπιμη πλέον, από συστηματικής άποψης, η διατήρηση της παραδοσιακής αξίας των οικογενειών δικαίων, δεδομένου ότι η επιδίωξη ενοποίησης είναι αντίθετη στην επιμονή παραδοσιακών ομαδοποιήσεων, με τη μορφή που καθιερώθηκαν στο παρελθόν[11].




            Μπορεί ο κόσμος του δικαίου να «τακτοποιηθεί», να συμπιεσθεί σε σχολικού τύπου τάξεις; Όχι λένε κάποιοι, ναι επιμένουν κάποιοι άλλοι. Οι γενικευτικές μέθοδοι του Συγκριτικού Δικαίου είναι εργαλεία με «βαθειά ριζωμένα ελαττώματα». Χωρίς όμως τις μεθόδους αυτές, αντιτάσσεται, θα υπήρχαν μεγάλες δυσκολίες στον χειρισμό των περιπλοκοτήτων κάποιων δικαίων. Είναι όμως αυτό το τελευταίο επαρκής δικαιολογία για τη χρησιμοποίηση αυτών των ελαττωματικών εργαλείων[12];
            Όσο ο κλάδος του δικαίου καθίσταται περισσότερο κοσμοπολίτης, σημειώνει ο William Twining[13], τόσο η νομική θεωρία θα πρέπει να διευρύνει το βεληνεκές της, ώστε να λάβει περισσότερο υπόψη της μη Δυτικές νομικές παραδόσεις, ένα ευρύτερο φάσμα νομικών φαινομένων και διάφορα επίπεδα «κανονιστικών και νομικών σχέσεων» (normative and legal relations)[14].



[1] M. Pargendler, The Rise and Decline of Legal Families, 60 A.J.C.L. 1043, 1074 (2012).
[2] W. Twining, Diffusion of Law: A Global Perspective, Journal of Legal Pluralism 2004, 1, 2.
[3] Ε. Μουσταΐρα, Συγκριτικό Δίκαιο και Πολιτιστικά Αγαθά, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2012, 10 επ.
[4] Απολύτως αντίθετοι σε μια τέτοια προσέγγιση οι B. Leiter/M. Weisberg, Why Evolutionary Biology Is (So Far) Irrelevant to Legal Regulation, L.& Phil. 29 (2010) 31.
[5] Τα αναφέρει ο B. du Laing, Promises and Pitfalls of Interdisciplinary Legal Research: The Case of Evolutionary Analysis in Law, in: Methodologies of Legal Research. Which Kind of Method for What Kind of Discipline (M.van Hoecke, ed.), Hart Publishing, Oxford and Portland, Oregon 2013 (2011) 241, 246-247.
[6] Για το έργο του, βλ. και Ε.Ν. Μουσταΐρα, Σταθμοί στην πορεία του Συγκριτικού Δικαίου. Θέσεις και Αντιθέσεις, Εκδόσεις Αντ.Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2003, 17, Χ. Δεληγιάννη-Δημητράκου, Συγκριτικό Δίκαιο και Νομικός Πλουραλισμός, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη 2008, 31 σημ. 9, Δ. Ευρυγένη/Φ. Φραντζεσκάκη/Σ. Συμεωνίδη, Συγκριτικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1977, 92 επ.
[7] A. Lyall, Early German Legal Anthropology: Albert Hermann Post and His Questionnaire, J.Afr.L. 52 (2008) 114.
[8] W. Twining, General Jurisprudence. Understanding Law from a Global Perspective, Cambridge University Press, Cambridge 2009, 76.
[9] K. Zweigert/H. Kötz, Einführung in die Rechtsvergleichung, 3. Auflage, J.C.B. Mohr (Paul Siebeck), Tübingen 1996, 62 επ.
[10] Βλ. και R. Lesaffer, Law and History. Law between Past and Present, in: Law and Method (B. van Klink/S. Taekema, eds.), Mohr Siebeck, Tübingen 2011, 133, 134-137, για τις τρεις μορφές που μπορεί να έχει η σχέση ιστορίας και δικαίου. Πρώτον, υπάρχει η η μελέτη της «ιστορίας στο δίκαιο» (history in law). Οι νομικοί συχνά θεωρούν απαραίτητο να αναφερθούν στο παρελθόν, προκειμένου να στηρίξουν την ύπαρξη ή την ερμηνεία ενός συγκεκριμένου κανόνα. Η ιστορία του κανόνα αποτελεί εγγενές και συστατικό τμήμα του ίδιου του κανόνα. Δεύτερον, υπάρχει το «δίκαιο στην ιστορία» (law in history). Αυτό αναφέρεται στη μελέτη του δικαίου εντός του ευρέως κοινωνικού, οικονομικού, πολιτισμικού και πολιτικού πλαισίου του. Αντικείμενο της μελέτης είναι η αμοιβαία διάδραση μεταξύ δικαίου και κοινωνίας σε συγκεκριμένο ιστορικά χρόνο και τόπο. Τρίτον, υπάρχει η «ιστορία του δικαίου» (history of law). Αυτή η σχέση βρίσκεται στο ενδιάμεσο των άλλων δύο. Αναφέρεται στην έρευνα που αντιμετωπίζει το δίκαιο ως αυτόνομο ιστορικό φαινόμενο. Ο σκοπός της είναι να κατανοήσει τι ακριβώς ήταν το «δίκαιο» σε κάποιους συγκεκριμένους ιστορικά χρόνο και χώρο.
[11] F. Viglione, Lo sviluppo attraverso il diritto ai tempi della crisi: Teorie comparatistiche nella costruzione di un ordine giuridico globale, www.comparazionedirittocivile.it
[12] J. Husa/K. Nuotio/H. Philajamäki, Nordic Law – Between Tradition and Dynamism, in: Nordic Law – Between Tradition and Dynamism (J. Husa/K. Nuotio/H. Philajamäki, eds.), Intersentia, Antwerp-Oxford 2007, 1, 9.
[13] Ο οποίος αντιλαμβάνεται το δίκαιο ως ένα είδος θεσμοποιημένης κοινωνικής πρακτικής, προσανατολισμένης στην τακτοποίηση σχέσεων μεταξύ υποκειμένων σε ένα ή περισσότερα επίπεδα σχέσεων και τακτοποίησης, βλ. W. Twining, General Jurisprudence. Understanding Law from a Global Perspective, Cambridge University Press, Cambridge 2009, 117.
[14] W. Twining, General Jurisprudence. Understanding Law from a Global Perspective, Cambridge University Press, Cambridge 2009, 24.




Τα έργα που βλέπετε στις φωτογραφίες είναι από την έκθεση της Αλεξάνδρας Μυρεσιώτη, με τίτλο "Τα Εις Εμαυτόν", στην αίθουσα τέχνης "έ κ φ ρ α σ η - γιαννα γραμματοπουλου". Περνούσα χθες από εκεί κοντά και αυτό που είδα μου άρεσε πολύ, οπότε πήγα σήμερα και φωτογράφισα πολλά από τα έργα της.













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου